Ορολογία Εκτιμήσεων

A

Το εκτιμώμενο ποσό για το οποίο ένα ακίνητο θα μπορούσε να ανταλλαγεί κατά την ημερομηνία εκτίμησης μεταξύ ενός πρόθυμου αγοραστή και ενός πρόθυμου πωλητή σε μια συναλλαγή με τους συνήθεις όρους της αγοράς, ύστερα από κατάλληλη εμπορική προώθηση, και όπου τα μέρη ενήργησαν το καθένα με πλήρη γνώση, σύνεση και χωρίς εξαναγκασμό.

Το εκτιμώμενο ποσό ενοικίου στο οποίο η ακίνητη περιουσία θα πρέπει να μισθωθεί κατά την ημερομηνία της εκτίμησης μεταξύ ενός πρόθυμου εκμισθωτή και ενός πρόθυμου μισθωτή, βάσει κατάλληλων όρων μίσθωσης, σε μια συναλλαγή με τους συνήθεις όρους της αγοράς, ύστερα από κατάλληλη εμπορική προώθηση και όπου τα μέρη ενήργησαν το καθένα με πλήρη γνώση, σύνεση και χωρίς εξαναγκασμό.

Νοείται η αγοραία αξία ενός ακινήτου λαμβάνοντας υπόψη μία διαφορετική εφικτή χρήση του ακινήτου από την υφιστάμενη.

Μία υψηλότερη αξία, η οποία δημιουργείται όταν η συνδυασμένη συνολική αξία διαφόρων ακινήτων (ή διαφόρων νομικών δικαιωμάτων στο ίδιο ακίνητο), είναι μεγαλύτερη από το άθροισμα των επί μέρους αξιών τους.

Γήπεδο και κτίσματα επί, κάτω ή άνω του εδάφους, συμπεριλαμβανομένων σωληνώσεων, καλωδιώσεων και λοιπού συνδεδεμένου εξοπλισμού.

Γήπεδο ή/και κτίρια τα οποία βρίσκονται σε διαδικασία κατασκευής, ανακατασκευής ή ανακαίνισης ή κρίνονται κατάλληλα για τις ανωτέρω εργασίες στο άμεσο μέλλον.

Μια τεχνική για να βοηθήσει στη λήψη αποφάσεων κατά τη σύγκριση εναλλακτικών ακινήτων, γηπέδων ή έργων. Η τεχνική περιλαμβάνει την εξέταση και μέτρηση σε οικονομικούς όρους όλων των δαπανών και των οφελών.

Νοείται η αξία που θα μπορούσε να επιτευχθεί για ένα ακίνητο όταν ο πωλητής είναι αναγκασμένος, για οποιονδήποτε λόγο, να διαθέσει το ακίνητο προς πώληση, υπό συνθήκες που δεν συνάδουν με τον ορισμό της Αγοραίας Αξίας.

Η αξία του ακινήτου που αποτιμάται με συντηρητική αποτίμηση της μελλοντικής εμπορευσιμότητας του, λαμβάνοντας υπόψη τα μακροχρόνια διατηρήσιμα χαρακτηριστικά του, τις κανονικές και τις τοπικές συνθήκες της αγοράς, την τρέχουσα χρήση και τις κατάλληλες εναλλακτικές χρήσεις του ακινήτου.

Η υψηλότερη αξία, που είναι δυνατό να επιτευχθεί όταν η συνολική αξία των επί μέρους ακινήτων (ή των επί μέρους δικαιωμάτων στο ίδιο ακίνητο) είναι μεγαλύτερη από το άθροισμα των επί μέρους τμημάτων.

Το κόστος ενός ακινήτου ή άλλο ποσό που υποκαθιστά το κόστος μειωμένο κατά την υπολειμματική αξία του (ΔΛΠ 16).

Ισούται με το κόστος αντικατάστασης του ακινήτου το οποίο έχει υποστεί ζημίες με υλικά παρόμοιας ποιότητας και αξίας, χωρίς καμία απομείωση για φυσιολογικές φθορές.

Β

Αποτελεί την δήλωση των βασικών παραδοχών κάτω από τις οποίες διενεργείται η εκτίμηση για συγκεκριμένο σκοπό.

Συνυφασμένη με την Αγοραία Αξία, είναι η χρήση η οποία είναι ταυτόχρονα εφικτή, επιτρεπόμενη από το νόμο και οικονομικά βιώσιμη και η οποία προσδίδει την υψηλότερη αξία του ακινήτου κατά την ημερομηνία της εκτίμησης.

Ε

Το πληρωτέο ποσό, το οποίο περιορίζεται στην ασφαλιζόμενη αξία, όπως αναφέρεται στο ασφαλιστήριο συμβόλαιο, αλλά αν η ζημία υπερβαίνει τα όρια του ασφαλιστηρίου συμβολαίου, η ασφαλιστική εταιρεία είναι υποχρεωμένη να αντικαταστήσει πλήρως ή να ανακατασκευάσει το ακινήτου, χωρίς καμία έκπτωση ως προς τις αποσβέσεις.

Μία παραδοχή, η οποία γίνεται όταν οι οδηγίες διαφέρουν από τα πραγματικά δεδομένα τα οποία ισχύουν κατά την ημερομηνία της εκτίμησης.

Το έγγραφο που παρουσιάζει αναλυτικά το αντικείμενο, τις βασικές παραδοχές, τις μεθόδους εκτίμησης και τα συμπεράσματα μιας ανάθεσης εκτίμησης, παρέχοντας μια επαγγελματική ένδειξη αξίας που υποστηρίζεται από αναγνωρισμένη βάση ή βάσεις εκτίμησης στο πλαίσιο των Ευρωπαϊκών Εκτιμητικών Προτύπων.

Εκτιμητής ο οποίος αναλαμβάνει εκτιμήσεις οικιστικών ακινήτων και είναι αναγνωρισμένος από την TEGoVA λόγω της κατάρτισής του, των γνώσεων του και της επαγγελματικής του εμπειρίας.

Ένα αναλυτικό πρόγραμμα σπουδών το οποίο χωρίζεται σε τρία επίπεδα γνώσης και το οποίο απαιτείται από όλους τους εκτιμητές οι οποίοι είναι μέλη των συλλόγων μελών της TEGoVA.

Επενδυτική αξία είναι η αξία ενός ακινήτου για έναν συγκεκριμένο ιδιοκτήτη ή δυνητικό αγοραστή, υπολογισμένη με βάση τα ατομικά τους επενδυτικά κριτήρια.

Η τιμή που θα λαμβανόταν για την πώληση ενός περιουσιακού στοιχείου, σε μία ομαλή συναλλαγή, μεταξύ αναγνωρισμένων, πρόθυμων μερών, τα οποία διαθέτουν πλήρη γνώση όλων των σχετικών δεδομένων και τα οποία λαμβάνουν την απόφασή τους ανάλογα ατομικούς τους στόχους.

Η τιμή που θα λαμβανόταν για την πώληση ενός περιουσιακού στοιχείου ή για τη μεταβίβαση ενός στοιχείου παθητικού (υποχρέωσης), σε μία ομαλή συναλλαγή μεταξύ παραγόντων της αγοράς κατά την ημερομηνία επιμέτρησης. ΔΛΠB, (ΔΠΧΑ 13 παρ. 1).

Η

Η ημερομηνία κατά την οποία έλαβε χώρα η αυτοψία στο ακίνητο.

Η ημερομηνία κατά την οποία ο εκτιμητής υπογράφει την έκθεση εκτίμησης.

Η ημερομηνία στην οποία εφαρμόζεται το αποτέλεσμα της εκτίμησης.

Μ

Η συγκεκριμένη διαδικασία, η οποία βασίζεται σε μία ή περισσότερες προσεγγίσεις εκτίμησης που ακολουθείται από τον εκτιμητή προκειμένου να καταλήξει στην εκτίμηση της αξίας.

Η διαδικασία με την οποία ο εκτιμητής διαχειρίζεται ολόκληρο το θέμα της εκτίμησης ενός ακινήτου. Σε αυτήν συμπεριλαμβάνεται η επιλογή, από τον εκτιμητή, της προσέγγισης ή των προσεγγίσεων που θα εφαρμοστούν, την επιλογής της μεθόδου ή μεθόδων και την χρήση μοντέλων ή τεχνικών, ώστε να ερμηνευθούν τα δεδομένα της εκτίμησης και να καταλήξει σε συμπεράσματα που θα βασίζονται σε αυτά.

Η τελική αξία μίας αποπερατωμένης κατασκευής το σενάριο κατασκευής της οποίας έχει υιοθετηθεί ως μέρος μίας εκτίμησης με τη Μέθοδο της Υπολειμματικής Αξίας.

Μία συγκεκριμένη τεχνική διαχείρισης δεδομένων, η οποία λαμβάνει χώρα κατά την εφαρμογή μίας Μεθόδου Εκτίμησης.

Ο

Επίσημες λογιστικές καταστάσεις της οικονομικής θέσης ενός φυσικού ή νομικού προσώπου, και επίσημα οικονομικά στοιχεία προκαθορισμένου περιεχομένου και μορφής. Δημοσιεύονται για να παρέχουν πληροφόρηση σε ένα ευρύ φάσμα απροσδιόριστων τρίτων χρηστών. Οι οικονομικές καταστάσεις αποτελούν ένα μέτρο δημόσιας λογοδοσίας που αναπτύσσεται σε ένα ρυθμιστικό πλαίσιο λογιστικών προτύπων και σύμφωνα με το νόμο.

Οι συγκεκριμένοι όροι του συμβολαίου μεταξύ του εκτιμητή ή της εκτιμητικής εταιρίας και του πελάτη.

Π

Ένα γεγονός ή συνθήκη αναφορικά με το ακίνητο, το οποίο υποθέτει ο εκτιμητής (είτε κατόπιν σχετικής εντολής ή όχι) την ισχύ του οποίου ο ίδιος δεν γνωρίζει ή δεν θα μπορούσε να γνωρίζει ή δεν δύναται να διαπιστώσει εύλογα.

Ειδικές περιπτώσεις κατά τις οποίες η υποχρεωτική εφαρμογή των εκτιμητικών προτύπων μπορεί να είναι ακατάλληλη ή πρακτικά ανέφικτη.

Είναι το φυσικό πρόσωπο, είτε αυτοαπασχολούμενος είτε εργαζόμενος σε εκτιμητική εταιρία ή σε άλλου είδους νομική οντότητα, ο οποίος είναι υπεύθυνος για την εκπόνηση εκτιμήσεων και πληροί τις ελάχιστες απαιτήσεις που ορίζονται από την TEGOVA.

Είναι ο εκτιμητής που είναι αναγνωρισμένος από την TEGoVA για την κατάρτισή του, τις γνώσεις τους και την επαγγελματική του εμπειρία.

Μια προσέγγιση εκτίμησης όπου η εκτίμηση προκύπτει συγκρίνοντας το υπό εκτίμηση ακίνητο με στοιχεία που προέρχονται από συναλλαγές της αγοράς, οι οποίες πληρούν τα κριτήρια για τη σχετική βάση αξίας.

Μια μορφή επενδυτικής ανάλυσης, η οποία βασίζεται στην ικανότητα του ακινήτου να παράγει καθαρά οφέλη (συνήθως σε χρηματικούς όρους) και η μετατροπή τους σε παρούσες αξίες.

Ο θεμελιώδης τρόπος, με τον οποίο λαμβάνοντας υπόψη τα διαθέσιμα στοιχεία, ο εκτιμητής εξετάζει τον τρόπο με τον οποίο θα καθορίσει την αξία του εκτιμώμενου ακινήτου.

Μια Εκτιμητική προσέγγιση, η οποία παρέχει μία ένδειξη αξίας χρησιμοποιώντας την οικονομική αρχή ότι ένας αγοραστής δεν θα πληρώσει περισσότερο για ένα ακίνητο από το κόστος απόκτησης ενός ακινήτου ίσης χρησιμότητας, είτε μέσω αγοράς, είτε μέσω κατασκευής, συμπεριλαμβανομένου του κόστους αγοράς επαρκούς γηπεδικής έκτασης για την ανέγερση της κατασκευής. Συχνά θα είναι απαραίτητο να λαμβάνεται υπόψη και η απαξίωση του εκτιμώμενου ακινήτου σε σχέση με το σύγχρονο αντίστοιχό του.

Σ

Ένα ακίνητο το οποίο θεωρείται από τον εκτιμητή ότι φέρει παρόμοια χαρακτηριστικά με το εκτιμώμενο ακίνητο.

Τ

Το ποσό που ζητείται, προσφέρεται ή που καταβάλλεται για ένα ακίνητο.

Υ

Είναι το γήπεδο εντός ακινήτου που δεν είναι ουσιώδους σημασίας για τους λειτουργικούς σκοπούς των κτιρίων.

Το εκτιμώμενο ποσό που θα λαμβανόταν από την εκποίηση ενός ακινήτου, μετά την αφαίρεση των εκτιμώμενων δαπανών διάθεσης, αν το ακίνητο ήταν ήδη στην ηλικία και την κατάσταση που θα αναμενόταν κατά το τέλος της ωφέλιμης ζωής του.